Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, με την ενέργειά της να θέσει υπό εξυγίανση την τράπεζα FBME, μετά την απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ να κατατάξει την FBME ως χρηματοπιστωτικό ίδρυμα «με πρωταρχικό στόχο τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες», ενήργησε ως συνετή εποπτική αρχή και η Δημοκρατία δεν παραβίασε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις της δυνάμει διμερούς επενδυτικής Σύμβασης μεταξύ Κύπρου και Λιβάνου.
Το πιο πάνω επικυρώθηκε με την απόφαση του Cour de Cassation της Γαλλίας (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο Γαλλίας), ημερομηνίας 9 Οκτωβρίου 2024, με το οποίο τίθεται τέλος στην αξίωση των απαιτητών στη διαιτησία A.F.M.S. and F.M.S. v. Republic of Cyprus, για διεκδίκηση αποζημιώσεων ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής από την Κυπριακή Δημοκρατία. Το Cour de Cassation είναι το Ανώτατο Δικαστήριο της γαλλικής Δικαιοσύνης και μετά από αυτή την απόφασή του, οι απαιτητές δεν έχουν οποιαδήποτε περαιτέρω ένδικα μέσα στη διάθεσή τους για την ακύρωση της Διαιτητικής Απόφασης.
Το Cour de Cassation ουσιαστικά επικύρωσε την απόφαση που εκδόθηκε στις 22 Μαρτίου 2022 από το Εφετείο Παρισιού, για απόρριψη του αιτήματος των απαιτητών να ακυρωθεί η εκδοθείσα υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας, Απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου (ημερομηνίας 15 Ιανουαρίου 2019), στη διαιτησία A.F.M.S. and F.M.S. v. Republic of Cyprus.
Συγκεκριμένα, το 2014, οι απαιτητές, οι οποίοι κατείχαν έμμεσα το μετοχικό κεφάλαιο της FBME Bank Ltd. (FBME), κίνησαν διεθνή διαιτησία κατά της Δημοκρατίας (δυνάμει της διμερούς Σύμβασης για την Αμοιβαία Προώθηση και Προστασία Επενδύσεων μεταξύ Κύπρου και Λιβάνου), σε Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο που συστάθηκε δυνάμει των κανόνων Διαιτησίας του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (International Chamber of Commerce) με έδρα το Παρίσι, διεκδικώντας αποζημίωση από τη Δημοκρατία ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής, με τον ισχυρισμό ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ενήργησε αυθαίρετα με την απόφασή της να θέσει το κυπριακό υποκατάστημα της FBME υπό εξυγίανση. Το υποκατάστημα της FBME τέθηκε υπό εξυγίανση μετά την αντίδραση των διεθνών αγορών, και των πελατών και αντισυμβαλλομένων της FBME στην απόφαση του Financial Crimes Enforcement Network (FinCEN) του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, να κατατάξει την FBME ως χρηματοπιστωτικό ίδρυμα «με πρωταρχικό στόχο τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες».
Οι απαιτητές υποστήριξαν επιπλέον ότι η Δημοκρατία έπρεπε να θεωρηθεί υπεύθυνη, επειδή δεν εμπόδισε την εν λόγω κατάταξη της FinCEN ή δεν επέτρεψε στην FBME να συνεχίσει να λειτουργεί παρά την κατάταξη αυτή.
Στις 15 Ιανουαρίου 2019, το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο, εξετάζοντας την αξίωση των απαιτητών για καταβολή αποζημιώσεων από τη Δημοκρατία, εξέδωσε την Απόφασή του στην οποία και απέρριψε, κατά πλειοψηφία, όλες τις απαιτήσεις εναντίον της Δημοκρατίας, και επιβεβαίωσε ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ενήργησε ως συνετή εποπτική αρχή και ότι η Δημοκρατία δεν παραβίασε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις της δυνάμει της διμερούς επενδυτικής Σύμβασης Κύπρου-Λιβάνου.
Οι απαιτητές προσέφυγαν εναντίον της Απόφασης (Final Award) του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου στο Εφετείο Παρισίου, το οποίο, στις 22 Μαρτίου 2022, απέρριψε την αίτηση των απαιτητών για ακύρωση της Διαιτητικής Απόφασης. Το Εφετείο παρατήρησε ότι δεν μπορούσε να επανεξετάσει την ουσία των ευρημάτων του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου και επιβεβαίωσε ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο είχε ενεργήσει σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του και τη διεθνή δημόσια πολιτική κατά την απόρριψη των αξιώσεων των απαιτητών. Η απόφαση του Cour de Cassation της 9ης Οκτωβρίου 2024 επιβεβαιώνει ότι η απόφαση του Εφετείου του Παρισιού ήταν νομίμως δικαιολογημένη για την απόρριψη της αίτησης για ακύρωση της Διαιτητικής Απόφασης.
Τη Δημοκρατία ενώπιον του Cour de Cassation της Γαλλίας εκπροσώπησε ο δικηγορικός οίκος Rousseau & Tapie, σε στενή συνεργασία με τους δικηγορικούς οίκους Gide Loyrette Nouel και Viguié Schmidt & Associés (ο οποίος εκπροσώπησε τη Δημοκρατία ενώπιον του Εφετείου του Παρισίου), και Curtis, Mallet-Prevost, Colt & Mosle LLP (ο οποίος εκπροσώπησε τη Δημοκρατία ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου), με οδηγίες της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, και σε συντονισμό με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και το Υπουργείο Οικονομικών.
πηγή: Νομική Υπηρεσία